Oι Έλληνες όπου κι αν έχουν ανοίξει το σπίτι τους παραμένουν πάντα δεμένοι με τις ρίζες τους και προπαντός όταν είναι στην ξενιτειά.
Ο Έλληνας τόχει στο αίμα του να ταξιδεύει και να ανοίγει τα φτερά του προς νέους ορίζοντες, σ΄Ανατολή και Δύση. Από την αρχαιότητα με τις αποικίες, αλλά και στη συνέχεια μέχρι σήμερα.
Ο Έλληνας στις δύσκολες συγκυρίες έβρισκε πάντα εκτόνωση και διέξοδο στη διασπορά. Στην αρχαιότητα έκτισε αποικίες, στους αιώνες της δουλείας άνοιξε εστίες και κοινότητες στα ξένα.
Ας θυμηθούμε τη Magna Graecia, τη Βακτριανή και τη Δυτική Ελλάδα του Καβάφη.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ώς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
(Καβάφης, Στα 200 π. Χ., 1931)
Άλφρεντ Τέννυσον, Οδυσσέας
Δεν μπορώ να πάψω να ξεκινάω για νέα ταξίδια πάντα.
Θέλω να πιω της ζωής τη στερνή στάλα.
Απ' όσα γνώρισα ειμ' εγώ ένα μέρος
Δεν αξίζει κανείς να σταματάει,
γιατί δε φτάνει μόνο ν' ανασαίνεις.
μα και μιαν ώρα μόνο σαν μπορέσεις
απ' την παντοτεινή σιωπή ν' αδράξεις,
πολλά πράματα νέα θα δεις, θα μάθεις.
Ελάτε, ναύτες, τώρα,
δεν είναι αργά για όσους ζητούν καινούριους
κόσμους. Μπρος, φίλοι, σπρώξτε το καράβι
στ' ανοιχτά και καθίστε στην αράδα,
τη θάλασσα αυλακώνετε, χτυπάτε
τα κουπιά ρυθμικά στο βουερό το κύμα
Αρκετά κατορθώσαμε, μα πάντα
πολλά μένουν ακόμα για να γίνουν.
Σε μετάφραση Δημητρίου Σταύρου
Στους μεταγενέστερους χρόνους, μετά την πτώση της Πόλης, η τουρκοκρατία ανάγκασε τους Έλληνες να ξαναπάρουν το δρόμο της ξενιτειάς.
Η διασπορά είναι σπορά, διάδοση και άπλωμα του Ελληνισμού σε νέες εστίες. Από τη μια η μητροπολιτική κοιτίδα, το λίκνο, από την άλλη οι διασπορικοί θύλακες και οι ομογενειακές νησίδες, οι παραφυάδες.
Μπορεί ο Έλληνας να ζούσε μακριά από τη γενέτειρα, σε γεωγραφικά μήκη και πλάτη απομακρυσμένα, αλλά εντούτοις συναισθηματικά δεν έκοβε ποτέ τον λώρο με το σπίτι του. Και για να μην υποφέρει από τον ξερριζωμό έφτιαχνε νέους θύλακες ελληνικότητας, νέες και άλλες Ελλάδες στον τόπο που ξανάστηνε το σπιτικό του. Έτσι επεκτάθηκε ο απανταχού Ελληνισμός σε μια νέα Μεγάλη Ελλάδα, που δεν είναι μόνο η γνωστή ιστορική Magna Garecia, αλλά μια ιδεατή χωρίς σύνορα Ελλάδα της Ομογένειας.
Οι Έλληνες της Δυτικής Ελλάδος μας,
εκ Νεαπόλεως, και Μασσαλίας,
εκ Τάραντος, Πανόρμου, και Ακράγαντος,
και εξ όσων άλλων πόλεων τας όχθας
της Εσπερίας στέφουσι μ' ελληνισμόν (ΚΑΒΑΦΗΣ)
Η διασπορά είναι επίσης διασκορπισμός, νοσταλγία και φθορά. Όταν περνώ από το Καργέζε και από τη Μοντρέστα θυμάμαι ένα κείμενο του Αθήναιου από το οποίο εμπνεύστηκε ο Καβάφης τους στίχους των Ποσειδωνιατών του.
Ποσειδωνιάταις τοις εν τω Τυρρηνικώ κόλπω το μεν εξ αρχής Έλλησιν ούσιν εκβαρβαρώσθαι Τυρρηνοίς ή Ρωμαίοις γεγονόσι και την τε φωνήν μεταβεβληκέναι, τα τε πολλά των επιτηδευμάτων, άγειν δε μιαν τινα αυτούς των εορτών των Ελλήνων έτι και νυν, εν η συνιόντες αναμιμνήσκονται των αρχαίων ονομάτων τε και νομίμων, απολοφυράμενοι προς αλλήλους και δακρύσαντες απέρχονται. (Αθήναιος)
Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι' άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κ' είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων' η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι' αυτοί ήσαν Έλληνες-
Ιταλιώται έναν καιρό κι' αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι -ω συμφορά!- απ' τον ελληνισμό.
(Καβάφης, 1906)
Το κυρίαρχο συναίσθημα στα σπίτια της Ομογένειας είναι η νοσταλγία, η λαχτάρα για την πατρώα γη, για τα χρώματα και τις μυρωδιές της πατρίδας.
Ο Έλληνας της ιστορικής διασποράς είχε πάντα στραμμένη την καρδιά του στη δικιά του την Ιθάκη, με την ελπίδα και τη λαχτάρα του νόστου. Ονειροπολούσε το νόστιμον ήμαρ. Δεν ξεχνούσε ποτέ την όποια Ιθάκη του. Καμμιά θυγατέρα κανενός Άτλαντα κατάφερε να τον θέλξει μαλακοίσι και αιμυλίοισι λόγοισι για να ξεχάσει τα πατρογονικά του. Γιατί ο κάθε Έλληνας της διασποράς ήταν πάντα σαν τον Οδυσσέα, ιέμενος και καπνόν αποθρώσκοντα νοήσαι ης γαίης. Ο Έλληνας στις εστίες της διασποράς αναζητούσε προσωρινό άσυλο και φιλοξενία, προσμένοντας το νόστιμον ήμαρ, τη μέρα της επιστροφής.
Την εποποιία της διασποράς που συγκρότησε αυτή τη Μεγάλη Ελλάδα, πέρα ακόμα και από την ιστορική Magna Graecia, την ανακάλυψα στα χρόνια του σχολείου. Φυλάω με ευλάβεια ακόμα ένα κιτρινισμένο βιβλίο που κέρδισα στα ετήσια βραβεία στη Λεόντειο όπου έκανα Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο. Οφείλω πολλά σε αυτό το σχολείο που μου έδωσε τα εφόδια για να πάρω με ευθύνη και σύνεση το δρόμο της ζωής. Το βιβλίο εκείνο μου άναψε την περιέργεια, δίνοντας εναύσματα και κίνητρα για να καταπιαστώ με τη διασπορά, πολύ πιό πριν πάρω κι εγώ το δρόμο προς την Εσπερία. Το βιβλίο εκδόθηκε στην Αθήνα το 1944, με τον τίτλο ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΣ από τον ιστορικό Πέτρο Καλονάρο. Είναι το βιβλίο που μου άνοιξε τα μάτια για να ξεκινήσω την μύησή μου στην ιστορία της διασποράς των Μανιατών.
'Ετσι γνώρισα πρώτα στα βιβλία το Καργέζε της Κορσικής.
Αλλά στον θύλακα της Μοντρέστας με έφερε η ζωή μου η ίδια.
Η αφετηρία της γιορτής του ΝΟΣΤΟΥ 2010, 2011 και 2012 ήταν το βιβλίο του Καλονάρου και το ριζικό μου. Χάρη στον Καλονάρο και στο γραφτό της οικογενειακής ζωής μου ήλθα σε επαφή με αυτές τις δυό νησίδες των Μανιατών. Με τους ανθρώπους που ζουν εκεί γίναμε αχώριστοι συνδοποιπόροι στα μονοπάτια του ΝΟΣΤΟΥ. Ο ΝΟΣΤΟΣ με έκανε να νιώσω συγκινήσεις πρωτόγνωρες.
Ο ΝΟΣΤΟΣ είναι ένας κοινός ηράκλειος άθλος που όλοι μαζί καταφέραμε.
Η Μοντρέστα, λησμονημένη από τους πολλούς είχε καταντήσει να είναι μόνο ένα μικρό χωριό που φύλαγε με επίγνωση και καημό τη μνήμη των ριζών και της πολιτιστικής ταυτότητας.
Φανταστείτε την έκπληξή μου όταν τον Αύγουστο του 2010, τη μέρα της πανηγυριού του ΝΟΣΤΟΥ, μια ηλικιωμένη γυναίκα με ελληνικές καταβολές μου έδειξε δυό ασπρόμαυρες φωτογραφίες που φύλαγε σε ένα συρτάρι κοντά στο τζάκι του σπιτιού της. Φωτογραφίες της δεκαετίας του ΄70. Εκεί διέκρινα τον καθηγητή Βαγιακάκο μαζί με κατοίκους της Μοντρέστας.
Ο Δικαίος Βαγιακάκος είναι ο ερευνητής που πήρε τη σκυτάλη του Καλονάρου και συνέχισε την αναδίφηση των αρχείων για να βγάλει από τη λήθη του χρόνου ξεχωριστές στιγμές της ιστορίας της Μάνης.
Η γιορτή του ΝΟΣΤΟΥ δεν είναι λοιπόν μια τυχαία πρωτοβουλία. Στο ΝΟΣΤΟ καταλήξαμε γιατί πριν από μας μερικοί πρωτοπόροι τιτάνες της έρευνας, στην Ελλάδα, στην Ιταλία και στη Γαλλία, είχαν χαράξει τον δρόμο πάνω στον οποίο εμείς πορευτήκαμε.
Η διασπορά είναι η εποποιία του Ελληνισμού. Οι κάτοικοι του Καργέζε και της Μοντρέστας είναι περήφανοι για την ελληνικότητα των καταβολών τους.
Πριν είκοσι χρόνια είχα συναντήσει έναν Μοντρεστίνο τυχαία σε ένα πανηγύρι στη Σαρδηνία. Ειμαι κι εγώ Έλληνας μου είπε.
Διατηρήθηκαν γιατί καλλιέργησαν τη μνήμη, γιατί συντήρησαν συνειδητά την ταυτότητα αντιστεκόμενοι στην αφομοίωση. Δεν τα κατάφεραν ωστόσο μόνοι τους. Είχαν και έξωθεν βοήθεια.
Όταν περνώ από το Καργέζε είναι σαν να ξαναδιαβάζω ένα κομμάτι από το τέλος του βιβλίου του Καλονάρου:
Από την ελληνικότητα των ξερριζωμένων τούτων Μανιατών δεν έχει άλλο απομείνει παρά μόνον η σχέσις τους με το Θεό. Αυτή τη σχέση την εκφράζουν στα ελληνικά. Είναι ευτύχημα στ΄αλήθεια ότι η θρησκευτική ζωή των και η Εκκλησία διατηρούνται μέσα σε Ελληνική ατμόσφαιρα και το γεγονός αυτό τους κάνει να αισθάνονται πώς είναι απόγονοι των Ελλήνων κι έχουν δεσμούς με την Ελλάδα. Από τότε που πέθανε ο παπά Κόττης δεν ξέρω πιά τί γίνεται το αγαπημένο ελληνικό χωριό της Κορσικής, το καημένο το Καργέζε.
Πράγματι την ελληνικότητα του Καργέζε την οφείλουμε στη συνοχή των κατοίκων και στους παπάδες του.
Φέτος στο ΝΟΣΤΟ 2012, που θα γιορταστεί με την αιγίδα της Γενικής Γραμματείας του Απόδημου Ελληνισμού του Υπουργείου Εξωτερικών, θα παρευρεθεί και ο τωρινός εφημέριος, ο πατέρας Αθανάσιος, που είναι ο πνευματικός ταγός του Καργέζε εδώ και πενήντα σχεδόν χρόνια. Είναι κι αυτός ένας γίγαντας, γιατί κατάφερε να συντηρήσει την ελληνικότητα στη θρησκευτική κατάνυξη και τελετουργία στην εκκλησία του Καργέζε.
Ήταν γραφτό να πιάσει ο σπόρος του ΝΟΣΤΟΥ και να αναθερμανθούν οι δεσμοί αίματος και αδερφοσύνης ανάμεσα στις δύο διασπορικές κοινότητες και τη γενέτειρα Μάνη. Ήταν γραφτό να ξανανταμώσουνε στα ιερά χώματα της Μάνης και η μάνα Μάνη να ξαναγκαλιάσει τα ξενιτεμένα παιδιά της.
Είναι το θαύμα του ΝΟΣΤΟΥ.
Η μάνα Μάνη ξαναβρήκε τα παιδιά της χαρίζοντάς τους τη ζεστασιά της μεγάλης οικογένειας των Μανιατών.
Ένα μεγάλο μπράβο αξίζει λοιπόν στους τρεις δημάρχους που κατανόησαν το όραμα του Νόστου και το έκαναν πραγματικότητα μαζί με την Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων και Αδελφοτήτων Ιταλίας, στον Πέτρο Ανδρεάκο, στον Antonio Zedda και στον François Garidacci. Έκαναν αυτό που θα έκανε κάθε γνήσιος Μανιάτης που αγαπά το τζάκι του. Να ξανασμίξει τη φαμελιά του.
Μια Επιστημονική Ημερίδα για την Ιστορία της Διασποράς των Μανιατών, με συμμετοχή έγκριτων ερευνητών από τις τρεις χώρες και με κεντρικό ομιλητή τον καθηγητή Δικαίο Βαγιακάκο, θα εγκαινιάσει στις 15 Μαρτίου τη γιορτή της Μάνης και τη γιορτή του ΝΟΣΤΟΥ.
Συγχαρητήρια στο Δήμαρχο της Ανατολικής Μάνης, Κύριο Πέτρο Ανδρεάκο, και στον συντονιστή οργάνωσης του ΝΟΣΤΟΥ 2012, καθηγητή Δημήτριο Ροζάκη, για την εύστοχη πρωτοβουλία της σύγκλησης αυτής της Ημερίδας.
Στην Ημερίδα αυτή θα συμμετάσχει και ο Michel Stephanopoli de Comnène, συγγραφέας ιστορικών συγγραμμάτων που πρόσφατα βραβεύτηκαν από την Ακαδημία Αθηνών και απόγονος του αρχηγού της ιστορικής μετανάστευσης των Μανιατών στην Κορσική, στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα.
Nessun commento:
Posta un commento